Στραβισμός – Αμβλυωπία

Στραβισμός είναι η νευρομυική διαταραχή κατά την οποία οι άξονες της όρασης των δύο ματιών δεν είναι ευθυγραμμισμένοι μεταξύ τους όταν κατευθύνονται στο σημείο προσήλωσης. Αυτό είναι αποτέλεσμα διαταραχής των μυών ή των νεύρων ή των εγκεφαλικών κέντρων αυτών.

 

Η θέση και η κινητικότητα του οφθαλμού καθορίζεται από τη δράση έξι εξωφθάλμιων μυών , τους 4 ορθούς (άνω, κάτω, έσω, έξω) και τους 2 λοξούς (άνω , κάτω). Η οφθαλμοκινητικότητα και η συνεργασία των ματιών στις συζυγείς και μη συζυγείς κινήσεις ελέγχεται από εγκεφαλικά κέντρα.

 

Ο στραβισμός είναι μια σχετικά κοινή πάθηση της παιδικής ηλικίας σχετιζόμενη με κληρονομικότητα, διαθλαστικά σφάλματα (π.χ. υψηλή υπερμετρωπία), παθολογικά αίτια του οφθαλμού, εγκεφαλικές νόσους. Μπορεί ωστόσο να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία ως αποτέλεσμα παθολογικών αιτιών (σακχαρώδης διαβήτης, θυρεοειδοπάθεια, μυασθένεια, εγκεφαλικά επεισόδια, σκλήρυνση κατά πλάκας, όγκοι) ή τραυματισμών.

 

Σε κάποιες περιπτώσεις δίνεται η εντύπωση ότι υπάρχει στραβισμός ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κάποια παρέκκλιση (π.χ. όταν υπάρχει επίκανθος, όταν η απόσταση των κόγχων είναι πολύ μεγάλη ή μικρή ή σε περίπτωση μεγάλης γωνίας Κ).

 

Είδη στραβισμού

  • Ετεροτροπία: όταν η παρέκκλιση είναι μόνιμα έκδηλη
  • Ετεροφορία: όταν η παρέκκλιση είναι λανθάνουσα, δηλαδή εμφανίζεται σε συνθήκες αποσύνδεσης των ματιών (π.χ. με κάλυψη του ενός ματιού)

Ανάλογα με το μάτι που εμφανίζει την παρέκκλιση:

  • Ετερόπλευρος: (δεξιό ή αριστερό) το μάτι με την παρέκκλιση είναι πάντα το ίδιο
  • Επαλλάσσων: το μάτι με την παρέκκλιση είναι άλλοτε το δεξί και άλλοτε το αριστερό.

Ανάλογα με την κατεύθυνση της παρέκκλισης :

  • Εσωτροπία / εσωφορία (συγκλίνων στραβισμός): όταν το ένα μάτι παρεκκλίνει προς τα μέσα
  • Εξωτροπία / εξωφορία(αποκλίνων στραβισμός): όταν το ένα μάτι παρεκκλίνει προς τα έξω
  • Ανωτροπία / ανωφορία: όταν το ένα μάτι παρεκκλίνει προς τα πάνω
  • Υποτροπία / υποφορία: όταν το ένα μάτι παρεκκλίνει προς τα κάτω
  • Έσω / έξω κυκλοτροπία: όταν το μάτι διαγράφει κυκλοστροφή προς τα μέσα ή προς τα έξω

Ανάλογα με τη σταθερότητα της παρέκκλισης

  • Μόνιμος: η παρέκκλιση είναι πάντα παρούσα
  • Διαλείπων: η παρέκκλιση δεν είναι πάντα παρούσα π.χ. σε συγκεκριμένη απόσταση προσήλωσης

Ανάλογα με τη σταθερότητα της γωνίας στραβισμού

  • Συνεκτικός: η γωνία στραβισμού παραμένει σταθερή σε όλες τις βλεμματικές θέσεις
  • Μη συνεκτικός: η γωνία στραβισμού μεταβάλλεται στις διάφορες βλεμματικές θέσεις

 

Συνέπειες στραβισμού

Στην παιδική ηλικία, εφόσον οι οπτικοί άξονες δεν είναι ευθυγραμμισμένοι, στέλνονται δύο εικόνες στον εγκέφαλο, ο οποίος για να αποφύγει τη σύγχυση και διπλωπία απωθεί τη μία και κρατάει την εικόνα του ματιού που είναι πιο ευκρινής.  Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην αναπτύσσεται η όραση του παρεκκλίνοντος ματιού και να τεμπελιάζει (αμβλυωπία). Εκτός από τη μειωμένη οπτική οξύτητα του ματιού αυτού χάνεται και η στερεοσκοπική όραση, δηλαδή η αντίληψη του περιβάλλοντος στις τρεις διαστάσεις – αντίληψη βάθους.

Στους ενήλικες το πρόβλημα του στραβισμού έγκειται στη διπλωπία.

Επιπλέον ο στραβισμός δημιουργεί αισθητικό πρόβλημα με ενδεχόμενες ψυχολογικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής του ατόμου.  Μυοσκελετικά προβλήματα μπορεί να προκληθούν από αντισταθμιστικές θέσεις της κεφαλής (ραιβόκρανο).

 

Ο οφθαλμολογικός έλεγχος περιλαμβάνει:

  • Ιστορικό ατομικό και οικογενειακό
  • Οπτική οξύτητα, διάθλαση και κυκλοπληγία
  • Επισκόπηση της θέσης των ματιών και της κεφαλής
  • Δοκιμασία κάλυψης
  • Έλεγχο οφθαλμοκινητικότητας
  • Μέτρηση της γωνίας στραβισμού
  • Έλεγχο της διόφθαλμης όρασης

 

Η αντιμετώπιση του στραβισμού στην παιδική ηλικία στοχεύει στην ευθυγράμμιση των ματιών τους, έτσι ώστε να υπάρξει φυσιολογική ανάπτυξη της όρασής τους ενώ στους ενήλικες στοχεύει στην ανακούφιση της διπλωπίας. Έτσι κατά περίπτωση προτείνονται:

  • γυαλιά (απλά ή πρισματικά)
  • θεραπεία κάλυψης για την αμβλυωπία
  • ενέσεις Βotox (προσωρινό αποτέλεσμα για κάποιους μήνες)
  • χειρουργική αποκατάσταση
  • συνδυασμός των παραπάνω

 

Αμβλυωπία ‘τεμπέλικο μάτι‘ (lazy eye),ονομάζεται η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει μειωμένη οπτική οξύτητα του ενός ή και των δύο ματιών παρά τη διόρθωση κάθε διαθλαστικής ανωμαλίας και ταυτόχρονα δεν υπάρχει οργανικό αίτιο που να τη δικαιολογεί. Τα πρώτα επτά με εννέα έτη είναι η κρίσιμη χρονική περίοδος για τη φυσιολογική ανάπτυξη της όρασης. Απαιτείται αφενός μεν σωστή ανατομία των οργάνων του οπτικού συστήματος και αφετέρου διασφάλιση της ομαλής μετάδοσης των οπτικών ερεθισμάτων στα οπτικά κέντρα του εγκεφάλου, τα οποία εκπαιδεύονται να βλέπουν καθαρά και να αναλύουν τις οπτικές πληροφορίες (πλαστικότητα του νευρικού συστήματος).

Οι τύποι της αμβλυωπίας είναι:

  • Από στραβισμό: εμφανίζεται στο μάτι που παρεκκλίνει
  • Από ανισομετρωπία: εμφανίζεται στο μάτι με τη μεγαλύτερη αμετρωπία όταν το άλλο βλέπει καλύτερα σε όλες τις αποστάσεις
  • Από αμετρωπία: εμφανίζεται και στα δύο μάτια όταν έχουν υψηλές αμετρωπίες
  • Εξ’ ανοψίας: οφείλεται στην αποστέρηση του οπτικού ερεθίσματος από οποιαδήποτε αιτία εμποδίζει το σχηματισμό εικόνας στον αμφιβληστροειδή στα πρώτα χρόνια της ζωής π.χ. συγγενής καταρράκτης, συγγενής πτώση βλεφάρου.

Εάν η αμβλυωπία εντοπιστεί έγκαιρα στην κρίσιμη περίοδο ανάπτυξης της όρασης μπορεί να αντιμετωπιστεί και η όραση να βελτιωθεί θεαματικά. Επειδή πολλές φορές ανακαλύπτεται σε τυχαίο έλεγχο είναι πολύ σημαντικό να διενεργούνται προληπτικοί οφθαλμολογικοί έλεγχοι στις προσχολικές ηλικίες. Παράγοντες που επηρεάζουν την πρόγνωση είναι η ηλικία του παιδιού και η συνεργασία των γονέων και του μικρού ασθενούς στην εφαρμογή της θεραπείας.

Η αντιμετώπιση της αμβλυωπίας περιλαμβάνει:

Α) την κάλυψη του υγιούς ματιού για λίγες ώρες την ημέρα και για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. Τονίζεται η σημαντικότητα της συνεχούς ιατρικής επίβλεψης για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της μεθόδου, την αποφυγή υποτροπών αλλά και την αποφυγή ανάπτυξης αμβλυωπίας στον έτερο φυσιολογικό οφθαλμό.

Β) ατροπινισμό, δηλαδή τη θόλωση της όρασης του φυσιολογικού οφθαλμού με σταγόνες ατροπίνης με στόχο την εκγύμναση του αμβλυωπικού.

Γ) την άρση του αιτίου που εμποδίζει την όραση στην αμβλυωπία εξ’ ανοψίας.

Δ) τη διόρθωση της διαθλαστικής ανωμαλίας στην ανισομετρωπική/αμετρωπική αμβλυωπία.